29 Ιαν 2017

Μια Δευτέρα διαφορετική από τις άλλες


Ένα ακόμα μονότονο και βαρετό πρωινό Δευτέρας σε ένα συνοικιακό υποκατάστημα τραπεζικού ιδρύματος. Με τους μισούς υπαλλήλους να χασμουριούνται εκνευριστικά και με ένα γλοιώδες χαμόγελο του στυλ "Οι Γερμανοί είναι φίλοι μας" να προσπαθούν να πείσουν τους πελάτες για τις αγνές προθέσεις του ιδρύματος, τους άλλους μισούς να βαριούνται και να σκέφτονται πως σκατά πέρασε τόσο γρήγορα το Σαββατοκύριακο, το διευθυντή να γλείφει στο γραφείο του το καλύτερο πελάτη του καταστήματος και τους πελάτες να βρίζουν για τα ληστρικά επιτόκια των τραπεζών. 

Όλα βάιναν κατά το δοκούν.

Ξαφνικά από το πουθενά, σαν δώρο θεού για να σπάσει η μονοτονία της Δευτέρας μπαίνει μέσα στο κατάστημα μια ξανθιά, δίμετρη θεά, με πλούσια φυσικά χαρίσματα, βγαλμένη κατευθείαν από ταινία πορνό, ικανή για να ανοίξει τα νυσταγμένα από τη βαρεμάρα κλειστά μάτια του αντρικού πληθυσμού που βρισκόταν εκείνη τη στιγμή μέσα.




H κοπέλα αμέσως μετά την εντυπωσιακή της είσοδο σκύβει, αφήνει τη τσάντα της κάτω, βγάζει από μέσα ένα κασετόφωνο, το ακουμπάει στο πάτωμα, πατάει το play και αυτό αρχίζει να παίζει ένα αισθησιακό τραγούδι. Η ξανθιά κλείνει τα μάτια της, αρχίζει να χορεύει αισθησιακά στους ρυθμούς τραγουδιού και να βγάζει αργά και βασανιστικά ένα ένα τα ρούχα της, μπροστά στα γεμάτα απορία μάτια των υπαλλήλων και των πελατών.


Ο Διευθυντής καταστήματος βλέποντας αυτό που γίνεται έσπευσε να τη σταματήσει, αποτράπηκε όμως από το γεγονός ότι ο καλύτερος πελάτης του καταστήματος άρχισε και αυτός να χορεύει υπό τους ήχους του τραγουδιού και να κοιτάζει σαν μπακλαβαδάκι τη ξανθιά χορεύτρια.

Η ξανθιά θεά αφού τελείωσε το striptease και έμεινε μόνο με ένα string, σκύβει, πατάει το stop από το κασετόφωνο και βγάζει μία κοντόκανη καραμπίνα από τη τσάντα. Σημαδεύει το ταμεία και φωνάζει σε όλους:

"Μάγκες το striptease δεν είναι δωρεάν...... Γρήγορα όλα τα λεφτά στη τσάντα"



     

26 Ιαν 2017

Γιαννάρας

Πάντα μου άρεσε να κάνω βόλτες στο Θησείο, στη Πλάκα και στο Μοναστηράκι. Όπως κάθε μήνα έτσι και αυτή τη φορά κανόνισα με το φίλο μου το Χρήστο να κάνουμε τη βόλτα μας με τα ποδήλατα στην ευρύτερη περιοχή. Κάπου εκεί ανάμεσα μεταξύ βόλτας και σχολιασμού όλου του γυναικείου πληθυσμού με πλούσια χαρίσματα που πέρναγε από μπροστά μας, η τσίκνα από γνωστό σουβλατζίδικο της Πλάκας μας τρύπησε τη μύτη. 

Στο διπλανό παγκάκι από εκεί που κάτσαμε να φάμε, καθόταν ο Γιαννάρας. Μία από τις ιστορικότερες, cult , noir και underground φιγούρες του Θησείου. Τον είχα δει και άλλες φορές στο παρελθόν αλλά αυτή τη φορά ήταν η πρώτη που θα μιλάγαμε. Είναι από τους ανθρώπους που περνάς από δίπλα του με γοργό βήμα και τον κοιτάς με μισό μάτι. Γύρω στο 1.70, γεροδεμένος, με μια μικρή κοιλίτσα να ξεπροβάλει από το σχεδόν λιωμένο παλτό του. Ηλικία δε μπορείς να ξεχωρίσεις ανάμεσα στα πυκνά μούσια, στα μακριά άλουστα μαλλιά και στη ταλαιπωρία του χρόνου και του πεζοδρομίου. Είναι σχεδόν τρομαχτικός με το που θα τον συναντήσεις, αλλά πολύ φιλικός και ομιλητικός άμα κάτσεις να συζητήσεις μαζί του.

Ο φίλος μου ο Χρήστος του απευθύνει το λόγο. "Γιαννάρα να κεράσουμε ένα σουβλάκι". Τότε ο Γιαννάρας γυρνάει προς το μέρος του Χρήστου και του απαντάει καταφατικά: "Να' σαι καλά αγορίνα μου".

Με το που πήρε το σουβλάκι του ο Γιαννάρας άρχισε να κελαηδάει το <<παραμυθάκι>> γνωστό εδώ και χρόνια στους μυημένους και γνώστες. Η ζωή του βιβλίο ολόκληρο. Ο Γιαννάρας δεν ήταν πάντα άστεγος. Κάποτε ήταν άνθρωπος της νύχτας, δούλευε κάτι σαν υπεύθυνος, σερβιτόρος και προστασία στα απαγορευμένα και κακόφημα τότε μαγαζιά του Πειραιά, όπου γυναίκες κράταγαν συντροφιά σε μεθυσμένους άνδρες και ναύτες, με αντάλλαγμα το κέρασμα ενός ποτό και με φόβο τη σωματική τους και ψυχική τους ακεραιότητα. Μετά ακολούθησαν δύο χρόνια φυλακής για μία παρεξήγηση όπως είπε, μια καινούργια προσπάθεια μετά τη φυλακή για ένα δικό του μαγαζί, κάτι σαν ταβέρνα και μετά πάλι φυλακή και εξορία λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων. Τα τελευταία 25 χρόνια όντας μόνος χωρίς παιδία, σκυλιά και γατιά ζει πότε σε λέσχες αστέγων τις πολύ κρύες νύχτες και πότε στα παγκάκια του Θησείου.

Οι ιστορίες που θα σας πει, αν συζητήσετε ποτέ μαζί του, είναι πραγματικά απολαυστικές για πράγματα και γεγονότα της τότε εποχής. Από γυναίκες -εγχώριες και ξένες-, από φασαρίες και ξυλοδαρμούς, από μαστροπείες αλλά ακόμα και για καψούρες και έρωτες. Εκτός ότι τα λέει με ένα πολύ απολαυστικό και περιγραφικό τρόπο, ο Γιαννάρας πάνω απ' όλα τα λέει με όρεξη. Και αυτό γιατί σίγουρα η μοναξιά της καθημερινότητας του, τον έχει εξελίξει σε ένα από τα καλόκαρδα και ομιλητικά άτομα. Δε θα βαρεθεί να διηγηθεί το παρελθόν του σε όποιον τον εμπιστευτεί και δε τον κοιτάει με μισό μάτι. Γιατί πάνω απ' όλα το ποιο ενδιαφέρον δεν είναι οι <<ιστοριούλες>> που λέει, αλλά ο τρόπος ο οποίος είναι εξαιρετικός και τρομερά περιγραφικός που ουσιαστικά σε μεταφέρει σε εκείνη την εποχή και σίγουρα θα σκεφτείς την ώρα εκείνη τον εαυτό σου χωμένο σε κάποια γωνιά κάποιου απαγορευμένου μαγαζιού. Είναι ένας πραγματικά αυθεντικός άνθρωπος.

Η ώρα δυστυχώς πέρασε και εμείς επιστρέψαμε στο ζεστό κρεβάτι μας και αυτός στο παγωμένο παγκάκι του στη στάση του ηλεκτρικού στο Θησείο. Δυστυχώς έτσι είναι η ζωή.......

Τελευταίο ταξίδι



Ήταν ομολογουμένως μία πολύ όμορφη κοπέλα. Η ομορφιά της σε μαγνήτιζε, σε σαγήνευε και σε μάγευε. Το πρόσωπο της φωτεινό και μάτια της ζεστά, σε κέρδιζαν αμέσως. Για το κορμί της τι να πρωτοπώ. Απλά απίστευτο, απλά τέλειο. Ούτε ο καλύτερος γλύπτης δε θα μπορούσε να φτιάξει κάτι τόσο τέλειο. Ήταν η γυναίκα που όλοι οι άνδρες θα ήθελαν να έχουν σαν ταίρι τους, ήταν η γυναίκα που άμα σου έλεγε "Με παντρεύεσαι", χωρίς να το σκεφτόσουνα θα απάνταγες αμέσως "ΝΑΙ". Θα μπορούσε κάλλιστα να συγκαταλέγεται στη λίστα με τα ποιο διάσημα και ποιο ακριβοπληρωμένα top-model παγκοσμίως. Η μοίρα όμως της διάλεξε να γίνει stripper.

"Αυτό ήταν το γραφτό μου", έλεγε η ίδια, με περισσή ευκολία. Μα πάνω απ' όλα όμως ήταν άνθρωπος. Μπορούσες να μιλήσεις μαζί της, να της πεις το πόνο σου. Ήτανε σίγουρο ότι θα σε ένιωθε, θα σε καταλάβαινε και οι συμβουλές της θα σου απάλυναν το πόνο που θα κουβαλούσες.

Βέβαια όλοι οι τέλειοι άνθρωποι είναι γραφτό να έχουν και ελαττώματα. Έτσι και αυτή είχε ένα πολύ μεγάλο ελάττωμα. Να ταξιδεύει συνειδητά στους υποσυνείδητους μυστικούς, μαγικούς και συνάμα μοναχικούς διαδρόμους των εξαρτίσεων και των ουσιών.

Την είχα γνωρίσει σαν Όλγα και στη πορεία μου είπε πως τη λένε Εlizaveta. Άλλωστε, το όνομα δε παίζει για εμένα καμία απολύτως σημασία. Σημασία έχει ο άνθρωπος και τι συναισθήματα σου βγάζει. Τα τελευταία χρόνια είχα χάσει τα ίχνη της. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι σταμάτησα να τη σκέφτομαι και ότι σταμάτησα να αναπολώ τις στιγμές που είχαμε περάσει μαζί.

Προχτές συνάντησα τυχαία σε ένα δρόμο κοντά στη πλατεία Αμερικής, τη πρώην συγκάτοικο της. Εκεί μεταξύ χαιρετούρας και χαράς που τη ξαναείδα, μου ανέφερε το τραγικό γεγονός. Λυπήθηκα σαν να ήταν δικός μου άνθρωπος. Μα τι λέω!!!! Ένας άνθρωπος που είχαμε περάσει μαζί όμορφες στιγμές, ένας άνθρωπος που ήξερε σχεδόν τα πάντα για εμένα, ένας άνθρωπος που με συμβούλευε σαν να είμαι ο αδερφός της, μα πάνω απ' όλα ένας άνθρωπος που χωρίς να είναι ποτέ ο ερωτικός μου σύντροφος ερωτεύτηκα περισσότερο από καμία άλλη, δε μπορεί παρά να θεωρείται δικός μου άνθρωπος.

Λυπήθηκα, όχι που έφυγε, άλλωστε οι άνθρωποι που αγαπάμε ποτέ δε φεύγουν από δίπλα μας, τους κρατάμε ζωντανούς με τις σκέψεις μας και με τις αναμνήσεις μας. Λυπήθηκα διότι δεν ήμουνα εκεί να τη χαιρετίσω σε αυτό που λάτρευε τόσο πολύ, στο να ταξιδεύει........... στο τελευταίο της ταξίδι.

25 Ιαν 2017

Καλή αρχή

Αγαπημένοι φίλοι και αιώνιοι εχθροί μου. Μάλλον ξεκινάω το blog. Αισθάνομαι κάπως περίεργα. Πάντα στην αρχή υπάρχει ένας κόμπος, δεν ρολλάρει καλά η ομάδα. 'Ετσι γίνεται πάντως. Το τι θα συμβεί, θα φανεί αργότερα.